Τα ΣΜΝ περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τις λοιμώξεις από:
- Τον ιό των ανθρωπίνων θηλωμάτων (HPV) κοινώς τα κονδυλώματα
- Τον ιό του έρπητα των γεννητικών οργάνων
- Το τρεπόνημα (Treponema pallidum), αίτιο της σύφιλης
- Το γονόκοκκο (Neisseria gonorrhoeae), αίτιο της γονόρροιας (γονοκοκκική ουρηθρήτιδα- κολπίτιδα)
- Τα χλαμύδια (χλαμυδιακές λοιμώξεις)
- Τις λοιμώξεις από τριχομονάδες (κολπική τριχομονάδωση, μη γονοκοκκική ουρηθρήτιδα κλπ)
- Τις ηπατίτιδες HBV (Hepatitis B Virus), HCV (Hepatitis C Virus)
- Τον ιό της επίκτητης ανοσοανεπάρκειας HIV (AIDS)
Η μετάδοση γίνεται με τη σεξουαλική επαφή (κολπική, πρωκτική είτε στοματική), όταν δεν χρησιμοποιείται κάποιο προφυλακτικό μέτρο. Ο οποιοσδήποτε μπορεί να προσβληθεί από ένα ΣΜΝ περισσότερες από μία φορές, είτε από ένα θεραπευμένο σύντροφο είτε και από κάποιο νέο σεξουαλικό σύντροφο. Και αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η λοίμωξη από χλαμύδια, γονόρροια ή σύφιλη δεν αφήνει ανοσία. Ο φορέας του ΣΜΝ μπορεί να είναι ασυμπτωματικός (π.χ. χλαμύδια) και να μεταδίδει τη λοίμωξη χωρίς να το γνωρίζει.
Όταν παραμένουν χωρίς θεραπεία ακόμα και τα ασυμπτωματικά ΣΜΝ μπορούν να καταλήξουν σε κάποια επιπλοκή. Η πιο σοβαρή και συχνή επιπλοκή των ΣΜΝ είναι η φλεγμονώδης νόσος της πυέλου (PID - Pelvic Inflammatory Disease). Πρόκειται για μια λοίμωξη του ανώτερου γεννητικού συστήματος, πιο συγκεκριμένα για λοίμωξη της μήτρας, των σαλπίγγων και των γειτονικών πυελικών ιστών, η οποία δε σχετίζεται με χειρουργική επέμβαση.
Η φλεγμονώδης νόσος της πυέλου προκαλείται συνήθως από ανιούσα λοίμωξη, κατά την οποία παθογόνοι μικροοργανισμοί εξαπλώνονται από τον κόλπο και τον τράχηλο προς τα άνω τμήματα του αναπαραγωγικού συστήματος της γυναίκας. Το πιο συχνό σύμπτωμα είναι το υπογάστριο άλγος, το οποίο αρχίζει τυπικά μετά από την έναρξη της έμμηνου ρύσης. Μερικές φορές υπάρχει διαυγές, λευκό ή πυώδες κολπικό έκκριμα. Σε λιγότερες ασθενείς μπορεί να εμφανιστεί πυρετός, ρίγος, ναυτία, έμετος, κολπική αιμόρροια, δυσουρία, δυσπαρεύνια ή άλγος του πρωκτού. Ακόμα και η φλεμονώδης νόσος της πυέλου (PID) αντιμετωπίζεται με την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή.
Όσον αφορά τους άνδρες, μπορεί να επηρεαστούν, η ουρήθρα και οι σπερματικοί πόροι. Ωστόσο, μετά από μια σωστή φαρμακευτική αγωγή, το σπέρμα αποκτά ξανά την κανονική του σύσταση, ύστερα από περίπου 2-3 μήνες. Πολύ σπάνια, αν τα χλαμύδια οδηγήσουν σε απόφραξη του σπερματικού πόρου, μπορεί να προκληθεί και μόνιμο πρόβλημα στειρότητας στους άνδρες. Οι επαναλαμβανόμενες ή μη σωστά θεραπευμένες λοιμώξεις μπορεί να προκαλέσουν χρόνια επιδιδυμίτιδα, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε υπογονιμότητα με την καταστροφή της κινητικότητας του σπέρματος, τη λειτουργικότητα και τον αριθμό των σπερματοζωαρίων.
Τα ΣΜΝ μπορούν να προκαλέσουν αυτό που αποκαλείται σαλπιγγικός παράγοντας υπογονιμότητας. Οι συμφύσεις και οι κατεστραμμένες σάλπιγγες μπορούν να εμποδίσουν το σπέρμα να φτάσει και να γονιμοποιήσει το ωάριο. Ακόμη και αν ένα ωάριο γονιμοποιηθεί, οι προσβεβλημένες σάλπιγγες μπορεί επίσης να εμποδίσουν το γονιμοποιημένο ωάριο να φτάσει στη μήτρα. Αυτό μπορεί να αυξήσει τις πιθανότητές σας να έχετε μια έκτοπη κύηση - όταν το έμβρυο εμφυτεύεται στο τοίχωμα της σάλπιγγας, και όχι στο τοίχωμα της μήτρας. Οι έκτοπες εγκυμοσύνες είναι μη βιώσιμες και κάποιες φορές επικίνδυνες για την υγεία της γυναίκας. Όταν πρόκειται για σαλπιγγικό παράγοντα υπογονιμότητας στη σημερινή εποχή, η ασφαλέστερη και αποτελεσματικότερη στρατηγική είναι η εξωσωματική γονιμοποίηση (IVF), διότι με αυτόν τον τρόπο η λειτουργία των σαλπίγγων παρακάμπτεται τελείως.
Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο εδώ
Ευγένιος Κουμαντάκης
Ομ. Καθηγητής Μαιευτικής Γυναικολογίας Πανεπιστημίου Κρήτης
Πρόεδρος Ελληνικής Εταιρίας Αναπαραγωγικής Ιατρικής
Αγνή Πάντου
Ειδ/νη Μαιευτικής Γυναικολογίας, υπ. Διδάκτωρ ΕΚΠΑ, Ερευνήτρια Κλινικής ΓΕΕΝΣΙΣ Αθηνών
Κυριάκος Σουρέτης
Ειδ/νος Μαιευτικής Γυναικολογίας, υπ. Διδάκτωρ ΕΚΠΑ
Δ. Παπανικολή 10, Χαλάνδρι, Αθήνα 152 32
Τ. 2106800525